PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
φρονιμότητα
φρόνισμος
рассудительный
  1. осмотрительный
  2. предусмотрителен
  3. благоразумный
φροντίδα
забота
  1. опека
  2. внима́тельность
  3. внима́ние
  4. уха́живания
  5. присмотр
  6. призрение
φροντιδα
φροντιδα απο αναδοχη οικογενεια
φροντιδα για αναπηρουσ
φροντιδα για την οσφυαλγια
φροντιδα ηλικιωμενων
φροντιδα ημερασ
φροντιδα καταναλωτη
φροντιδα στη κοινοτητα
φροντιδα στο σπιτι
φροντιδα υγειασ
φροντιδα υγειασ για παιδια
φροντιδα υγειασ μητερασ-παιδιου
φροντιδα ψυχικησ υγειασ
φροντίδες
φροντίζω
заботиться
  1. забо́титься
  2. уха́живать
  3. присма́тривать
φροντίζω για
φροντίζω δουλειές
φροντίζων
φροντισμένος
φροντιστηριακός
φροντιστήριο
φροντιστής
φρόνυμα
φρονώ
φρούα
φροϋδικός
φρούδος
φρουκτόζη
фруктоза
  1. фрукто́за
φρουρά
охра́на
  1. стра́жа
φρουρά απεργίας
φρουραρχείο
φρούραρχος
φρούρηση
φρούριο кре́пость
φρουρός
страж
  1. сторож
  2. караульный
  3. конвоир
  4. охранник
  5. стража
  6. стражник
  7. часовой
  8. карау́л
  9. дозор
  10. караул
  11. стра́жа
  12. карау́льный
  13. конвои́р
  14. часово́й
  15. стра́жник
  16. дозо́р
  17. охра́нник
  18. сто́рож
  19. стра́ж
φρουρός ασφαλείας
φρουρός κολυμβητών
φρουρός πόρτας
φρουρός πύλης
φρουρός των συνόρων пограничник
φρουρουμένος
φρουρούμενος
φρουρώ
охраня́ть
  1. бере́чь
  2. карау́лить
  3. сторожи́ть
φρουτα
φρούτα
φρουτάκι
φρούτα κονσέρβα
ελληνικά русский