PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
φυλακτήριο
φυλακτό амулет
φύλαξ
φύλαξ αποβάθρας
φύλαξη сохранение
φύλαξη αποσκευών забытый багаж
φύλαξη νήπιων
φύλαξη παιδιών
φύλαρχος вождь
φυλάσσομαι
φυλάσσομαι από
φυλασσόμενος
φυλασσόμενος χώρος στάθμευσης
φυλάσσω
φυλάσσω από
φυλάσσω ευλαβικά
φυλάσσω ευλαβώς
φυλάσσω ιερά
φυλάσσων
φυλάττω
φυλαχτάρι
φυλαχτό
амулет
  1. обере́г
  2. талисма́н
  3. амуле́т
  4. талисман
φυλάω
φυλάω νήπια
φυλέτης
φυλετικές διακρίσεις
φυλετικές σχέσεις
φυλετική διάκριση
φυλετική διάκρισις
φυλετική εξέγερση
φυλετική σύγκρουση
φυλετική χειροτέρευση*
φυλετικός
ра́совый
  1. племенно́й
  2. расовый
φυλετικός διαχωρισμός апартеи́д
φυλετικός διμορφισμός половой диморфизм
φυλετικότητα
φυλετικό χρωμόσωμα
φυλετισμός
расизм
  1. трибализм
  2. раси́зм
  3. клановость
φυλετιστής
φυλή
раса
  1. племя
  2. род
  3. пле́мя
  4. ра́са
Φυλή Αττικής
φυλής
φυλλάδα
φυλλάδες
φυλλαδια
φυλλαδια οδηγιων
φυλλάδιο
листовка
  1. проспе́кт
  2. кни́жка
  3. кни́жечка
  4. памфле́т
  5. букле́т
  6. брошю́ра
  7. буклет
  8. книжечка
  9. брошюра
φυλλαδιογράφος
φύλλα καπνού
φύλλα ξύλου
ελληνικά русский