PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
συμβαίνω πάλι
συμβαίνω τελικά
συμβάλλομαι
συμβαλλόμενα κράτη
συμβαλλόμενο μέρος
συμβαλλόμενος
συμβάλλω способствовать
συμβαλλω
συμβάλλων участник
συμβάν событие
συμβαν
συμβάν μεταφοράς событие транспорта
συμβάν συστήματος системное событие
συμβάντα
Συμβάν της ανατολικής Μεσογείου
συμβαση
σύμβαση
договор
  1. пакт
  2. контракт
  3. догово́р
  4. сде́лка
  5. партиями
  6. конкордат
  7. правительствами
  8. сделка
  9. конвенция
  10. соглашение
  11. международный договор
σύμβαση CIV
σύμβαση αγρομίσθωσης
σύμβαση ΑΚΕ-ΕE
σύμβαση εργασίας трудовой договор
σύμβαση έργων
σύμβαση κατ’ ανάθεση
σύμβαση Λομέ
σύμβαση Λομέ IV
σύμβαση Λομέ Ι
σύμβαση Λομέ ΙΙ
σύμβαση Λομέ ΙΙΙ
σύμβαση μεταφοράς
σύμβαση μισθώσεως
σύμβαση μίσθωσης
сда́ча внаём
  1. аре́нда
  2. ли́зинг
  3. сда́ча в аре́нду
σύμβαση ΟΗΕ
Σύμβαση-πλαίσιο του ΟΗΕ για τις κλιματικές μεταβολές
Σύμβαση-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις Κλιματικές Μεταβολές Рамочная конвенция ООН об изменении климата
σύμβαση προμηθειών
Σύμβαση Ραμσάρ
σύμβαση/συμβόλαιο/συμφωνητικό
контракт
  1. соглашение
σύμβαση/συνέδριο
международный договор
  1. конвенция
  2. сделка
  3. договор
  4. соглашение
  5. пакт
σύμβαση της Αρούσα
Σύμβαση της Γενεύης και Πρωτόκολλο
σύμβαση της Γιαουντέ
Σύμβαση του Δουβλίνου
σύμβαση υπηρεσιών
συμβασιούχοι
συμβασιούχος
σύμβαστη
συμβατή ψηφιακή τεχνολογία υψηλής ευκρίνειας (HDCD) HDCD
συμβατικά όπλα
συμβατικές συνθήκες
συμβατική ενέργεια
ελληνικά русский