PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
αντισημιτισμός
антисемитизм
  1. антисемити́зм
  2. юдофо́бия
αντίσημο
αντισηπτική διάλυση
αντισηπτικό
антисептик
  1. асептическое
  2. асептический
  3. асептическая
αντισηπτικός антисептический
Αντισθένης Антисфе́н
αντίσκηνο
шатёр
  1. палатка
αντίσκηνο Ινδιάνων
αντίσκηνο ινδιάνων сторожка
αντισκωληκικό φάρμακο
αντισκωριακός
αντισμήναρχος подполко́вник
αντισπαστικός
αντισταθμίζουσα επίδραση
αντισταθμίζω
отсе́чь
  1. отсека́ть
αντιστάθμιση
возмещение
  1. вознаграждение
  2. мзда
  3. компенсация
  4. компенсация ущерба
Αντιστάθμιση έκθεσης компенсация выдержки
αντιστάθμιση καθοδήγησης
Αντιστάθμιση πόλωσης έκθεσης компенсация выдержки
αντιστάθμισμα
αντισταθμιστική διδασκαλία
αντισταθμιστική συμφωνία
αντισταθμιστικός
αντισταθμιστικό τέλος
αντισταμινικό φάρμακο
αντιστάσεις
αντίσταση
резистор
  1. r’ezístor
  2. сопротивление
  3. сопротивле́ние
  4. отпо́р
  5. рези́стор
αντισταση
αντίσταση αέρα
αντίσταση ζεύξης
αντίσταση κεραίας
αντίσταση κυκλώματος κεραίας
αντίσταση μόνωσης
αντίσταση σύνδεσης
αντίσταση τερματισμού
αντίσταση του αέρα
αντιστασιακός резистор
αντιστάτης резистор
αντιστάτης δοκιμής
αντιστάτης θέρμανσης
αντιστατική κεραία
αντιστέκομαι
сопротивляться
  1. противостоя́ть
  2. сопротивля́ться
  3. проти́виться
  4. отбиваться
  5. противиться
  6. противостоять
  7. устоять
αντιστήριγμα
αντιστηρίζω
αντιστήριξη
αντιστικτικός
αντίστιξη контрапункт
αντίστοιχα
αντιστοίχηση
αντιστοιχία
ελληνικά русский