PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
Τελσιάι Тельшяй
Τελ Σίτυ, Ιντιάνα Телл-Сити
τελώ
τελώ επισημώς
τελώ με επισημότητα
τελωνειακά έδαφη
τελωνειακές αρχές
таможенная пошлина
  1. таможенный сбор
  2. таможенные сборы
  3. таможни
τελωνειακή αποταμίευση
τελωνειακή ατέλεια
τελωνειακή διαμετακόμιση
τελωνειακή διασάφηση
τελωνειακή διατύπωση
τελωνειακή εναρμόνιση
τελωνειακή ένωση
Τελωνειακή Ένωση Νότιας Αφρικής
τελωνειακή έρευνα
τελωνειακή οφειλή
τελωνειακή παράβαση
τελωνειακή συνεργασία
τελωνειακό έγγραφο
τελωνειακό έδαφος (ΕΕ)
τελωνειακό επάγγελμα
τελωνειακοί κανόνες
τελωνειακό καθεστώς εξαγωγής
τελωνειακό καθεστώς της ΕΕ
τελωνειακός
таможенник
  1. тамо́жня
  2. тамо́женный чино́вник
  3. тамо́женник
τελωνειακός έλεγχος
τελωνείο
таможня
  1. таможенная пошлина
  2. таможенный сбор
  3. таможенные сборы
  4. таможни
τελωνείο/τελωνειακές αρχές
таможенная пошлина
  1. таможенный сбор
  2. таможенные сборы
  3. таможни
τελωνείων
τελώνης
τελώνιο
τελωνοφύλακας
τελωνοφυλακή
τελώ υπό αίρεση
τεμάχι
τεμαχίδιο
τεμαχίζω
резать
  1. фрагменти́ровать
  2. разлома́ть
  3. разла́мывать
τεμαχιζω
τεμαχίζων
τεμάχιο
едини́ца
  1. отделе́ние
  2. яче́йка
  3. разде́л
  4. се́кция
  5. шту́ка
τεμάχιο γης
τεμάχιο κρέατος
τεμάχιο μέταλλου
τεμάχιο πλίνθου
τεμάχιο υφάσματος
τεμαχισμός
расчлене́ние
  1. деле́ние
  2. разде́л
  3. разделе́ние
  4. стена
τεμαχιστής
дезинтегратор, дробилка
  1. дезинтегратор
  2. шредер
τεμαχιστής/θρίπτης/μηχανή κοκκοποίησης
дезинтегратор, дробилка
  1. дезинтегратор
  2. шредер
τεμαχιστό
ελληνικά русский