PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
τραβηχτική
τραβηχτό
τραβιέμαι
τραβιέμαι πίσω
τραβω
τραβώ
тянуть
  1. волочить
  2. тормошиться
  3. влачить
  4. потянуть
  5. возить
  6. дергать
  7. тащить
τραβώ αιφνιδίως
τραβώ από τη μύτη водить за нос
τραβώ απότομα
τραβώ απροσεκτώς
τραβώ γρήγορα
τραβώ δυνατά
τραβώ ένα γρήγορο
τραβώ κάβο σφιχτά
τραβώ κάτω
τραβώ κουπί
τραβών
τραβών με δύναμη
τραβώ προς
τραβώ προς τα έξω πλοίο
τραβώ την προσοχή
τραβώ την σκανδάλη
τραβώ υγρό
τραβώ χαρτί
τραγάκανθα
τραγανίζω
τραγάνισμα
τραγανιστός
τραγανό
τραγανός
τραγανότης
τραγανότητα
τράγειος
τραγελαφικός
τραγέλαφος
τραγί козёл
τραγιάσκα
τραγικά
τραγική ηθοποιός
τραγικοποιώ
τραγικός
трагический
  1. драматичный
τραγικός ηθοποιός
τραγικότερος
τραγικότης
τραγικότητα
τραγικώς
τραγίλα
τραγίσιος
Τραγοπώγων
τραγοπωλών
ελληνικά русский