PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
τρίποδο
штатив
  1. тренога
  2. трехногая
  3. треножник
τρίποδος
Τρίπολη
Триполи
  1. Труймясто
  2. Три́поли
Τρίπολη Αρκαδίας
Τρίπολις
Τριπολίτις
Τριπόταμα Αχαΐας
Τρίπουρα Трипу́ра
τρίπους
τρίπρακτος
τρίπτης
τριπτικός
Τριπτόλεμος Триптолем
τρίπτυχο триптих
τρίπτυχος
τρίριχτος
τρις
три раза
  1. три́жды
Τρισάγιος ύμνος Трисвятое
τρισάθλιος
Τρισδιάστατη εναλλαγή παραθύρων των Windows эргономичное пролистывание
τρισδιάστατος
трёхмерный
  1. трёхме́рный
  2. в трёх измерениях
  3. кубический
  4. третьей степени
τρισδιάστατο σχήμα
τρισέγγονος
τρισεκατομμύριο
триллион
  1. триллио́н
τρισευτυχισμένος очень счастливый
τρίσημο
τρισθενής
τρισίστιο πλοίο
τρισκαιδεκαφοβία трискаидекафобия
Τριστάν ντα Κούνια Тристан-да-Кунья
Τριστάνος και Ιζόλδη Тристан и Изольда
Τριστάν Τζαρά Тристан Тцара
τρίστιχο
τρίστρατο
τρισύλλαβο
τρισύλλαβος трёхсложный
τρισυπόστατο
τρισυπόστατος
τρισχαριτωμένος
τρισχιδής
τρισχιλιετός
τριταίος
τριταίος πυρετός
τρίτες χώρες
Τρίτη
вторник
  1. вто́рник
  2. Вторник
Τριτη
τρίτη
вторник
  1. третий
τρίτη γεωλογική περίοδος
Τρίτη Δυναστεία της Ουρ 3-я Династия Ура
τρίτη ηλικία
ελληνικά русский