PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
τυλιγάδα
τυλιγάδι лебёдка
τύλιγμα
кожух
  1. обвертка
  2. обертка
  3. обложка
  4. оболочка
  5. упаковка
  6. футляр
  7. чехол
τυλιγμένη εφημερίδα свернутая газета
τυλιγμένος
τυλίγομαι
τυλίγω
заверну́ть
  1. обволакивать
  2. окружа́ть
  3. обора́чивать
  4. оберну́ть
  5. завора́чивать
  6. закутывать
  7. окутывать
  8. огородить
  9. охватывать
  10. завертывать
τυλίγω για δώρο
τυλίγω κάβο σε κουλούρα
τυλίγω μωρό στα σπάργανα
τύλιξη
τυλίσσομαι
τυλίσσω
τυλίσσων
τυλιχτό δώρο подарок
τυλιχτός
τύλος
τυλώδες σώμα
τυλώδης
τύλωμα
τύμβος
τύμβος από πέτρες
τυμβωρυχία
τυμβωρύχος
τυμπάνα
барабанная перепонка
  1. тимпан
τύμπανα литавры
τυμπανίζομαι
τυμπανίζω
бить в бараба́н
  1. бить в барабан
τυμπανική κοιλότητα
τυμπανική μεμβράνη
τυμπανική μεμβράνη αυτιού
τυμπανική φλέβα
τυμπανικός
τυμπανικός υμένας
τυμπάνιο
τυμπανισμός
τυμπανιστής
барабанщик
  1. литаврист
τύμπανο
барабан
  1. бараба́н
  2. бу́бен
  3. литавры
  4. тимпан
  5. литавра
τύμπανο αλωνισμού
τύμπανο ανύψωσης
τύμπανο αρχιτεκτονικό
τύμπανο αυτιού
τύμπανο βαρόμετρου
τυμπανοειδής φραιζομηχανή
τύμπανο καραϊβικής
τυμπανοκρουσία
τυμπανόξυλο
τύμπανο πέδης
τύμπανο στροφέα
τύμπανο ταινίας
ελληνικά русский