PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
αξιόπιστος
надёжный
  1. верный
  2. благонадёжный
  3. достоверный
  4. достове́рный
  5. ве́рный
  6. заслуживающий доверия
  7. надежный
  8. желудок
  9. подлинный
  10. стойкий
αξιόπιστος άνθρωπος козырь
αξιοπίστως
αξιοπλοΐα
αξιόπλοος
αξιοποίηση
αξιοποίηση του τοπίου
αξιοποίηση των υδάτων
αξιοποίηση των φυτοφαρμάκων
αξιοποίηση φυσικών πόρων эксплуатация
αξιοποιήσιμος
αξιόποινη πράξη преступление
αξιόποινος
αξιοποιούμαι
αξιοποιώ утилизировать
αξιοπρέπεια
го́рдость
  1. досто́инство
  2. достоинство
  3. сан
  4. чувство собственного достоинства
αξιοπρεπέστερος
αξιοπρεπής
полный достоинства
  1. облагороженный
αξιοπρεπής κυρία
αξιοπρεπώς
αξιοπρόσεχτος
Αξιός Вардар
άξιος
досто́йный
  1. заслуживать
  2. стоить
  3. подходящий
  4. способный
αξιος
άξιος ακάλυπτος
άξιος ανακουφίσεως
άξιος ανακριτού
άξιος αναμμένος примерять
άξιος βοήθειας
άξιος δημοσίευσης
άξιος εμπιστοσύνης
άξιος λόγου
стоящий
  1. достойный
άξιος μνείας
άξιος περιβολάρης
άξιος περιφρονήσεως
άξιος περιφρόνησης
αξιοσέβαστος
достойный уважения
  1. августовский
  2. покрытый коркой
αξιοσημείωτα
αξιοσημείωτο
αξιοσημείωτο γεγονός поворотный пункт
αξιοσημείωτος
чуде́сный
  1. выдаю́щийся
  2. удивительный
αξιοσημειώτως
αξιοσύνη
αξιοσύστατος
αξιότης
αξιότητα
αξιότιμοι
αξιοτιμος
αξιότιμος
почте́нный
  1. почётный
  2. благоро́дный
  3. уважа́емый
αξιότιμος κύριος
ελληνικά русский