PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
χαμηλότατος
χαμηλότερα
χαμηλοτέρα γυναικεία φωνή
χαμηλότερος
χαμηλότοκος
χαμηλού επιπέδου низкоуровневый
χαμηλό φορτίο
χαμηλόφωνα
χαμηλόφωνος
χαμηλοφώνως
χαμήλωμα
χαμηλωμένος
χαμηλώνομαι
χαμηλωνω
χαμηλώνω
χαμηλώνω την τιμή
χαμηλώνω τον τόνο
χαμηλώνω τον τόνο της φωνής
χαμήλωση τιμής
χαμιλός
униженно
  1. невысокоразвитой
  2. фоска
Χάμιλτον
χαμιλτονιανή гамильтониан
χαμίνι беспризо́рник
χαμίνιο άστεγο
Χαμιντιέ
Χαμίντ Καρζάι Хамид Карзай
Χαμ Λίνι
χαμνοειδής ιτιά
χαμογελάσει
χαμογέλασμα
улы́бка
  1. усме́шка
χαμογελαστά
χαμογελάστε
χαμογελαστή
χαμογελαστό πρόσωπο смайлик
χαμογελαστό πρόσωπο με γελαστά μάτια улыбка
χαμογελαστό πρόσωπο με γυαλιά ηλίου лицо в очках
χαμογελαστό πρόσωπο με μάτια καρδούλες влюблен
χαμογελαστό πρόσωπο με φωτοστέφανο нимб
χαμογελαστός
χαμογελάω
улыбаться
  1. улыбнуться
χαμογέλιο
улы́бка
  1. усме́шка
χαμογελο
χαμόγελο
улыбка
  1. улы́бка
  2. усме́шка
  3. усмешка
χαμόγελο με κέρατα чертенок
χαμογελώ
улыбнуться
  1. улыбну́ться
  2. улыба́ться
  3. смеяться
  4. улыбаться
  5. засмеяться
  6. усмехну́ться
  7. усмеха́ться
χαμογελώ χαζά
χαμόδενδρα
χαμόδενδρο кустарник
χαμόδενδρο/θάμνος кустарник
χαμοκέρασο
клубника
  1. земляника
  2. клубни́ка
  3. земляни́ка
ελληνικά русский