PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
ακροφιλώ каса́ться
ακροφοβία акрофобия
ακροφύσιο
сопло
  1. рыло
ακροφυσίο αέρα
ακροφυσίο αεραγωγού
ακροφύσιο αεριωθητή
ακροφύσιο εισόδου
ακροφύσιο θέρμανσης
ακροφύσιο κοπής
ακροφύσιο μέτρησης
ακροχονδρονώδης
ακροχόρδων
ακροώμαι зонди́ровать
ακροωμένος
ακρ πόδια акрофуты
ακρ-πόδια акрофуты
ακρυλαμίδιο акрилами́д
ακρυλικό
ακρύλικο
ακρυλικό οξύ акриловая кислота
ακρυλικός
ακρυλικό χρώμα
ακρωγωνιαίος λίθος
ακρώμιο
ακρώμιο ζώου
ακρωμιοθωράκικη αρτηρία
ακρωμιοθωράκικος
ακρώμιος
άκρων
άκρων άωτο
ακρωνύμιο
аббревиатура
  1. акроним
  2. сокраще́ние
  3. акро́ним
  4. инициальная аббревиатура
  5. aкроним
ακρώνυμο аббревиатура
ακρωνύχιο
ακρώρεια предел
άκρως
крайне
  1. очень
ακρώς απόρρητο
άκρως εξαιρετικός чудо
άκρως τοξικός злобный
ακρωτήρι
мыс
  1. нос
  2. пелерина
ακρωτηριάζω
ампутировать
  1. отнять
  2. ампути́ровать
  3. увечить
  4. кастрировать
  5. рубить
  6. уродовать
ακρωτηριασμένο μέλος
ακρωτηριασμένος укоро́ченный
ακρωτηριασμός
ампутация
  1. кастрация
ακρωτηριασμοσ
ακρωτηριασμοσ γεννητικων οργανων
ακρωτηριαστής
ακρωτήρι βάζω κέρατα Мыс Горн
ακρωτήρι δήμος Кейптаун
Ακρωτήρι Θήρας
Ακρωτήρι και Δεκέλεια Акроти́ри и Деке́лия
ελληνικά русский