PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
ακτινοβολία περιβάλλοντος фоновый уровень радиации
ακτινοβολία περιβάλλοντος/ακτινοβολία υποστρώματος фоновый уровень радиации
ακτινοβολία υποστρώματος фоновый уровень радиации
ακτινοβολία Χ
рентге́новский луч
  1. рентге́н
ακτινοβολίες
солнечная радиация
  1. лучеиспускание
  2. флюид
  3. радиация
  4. излучение
ακτινοβόλος
ακτινοβολούμενη ενέργεια
ακτινοβολούμενος
ακτινοβολώ
свети́ть
  1. свети́ться
  2. сия́ть
  3. блестеть
  4. излучать
  5. сиять
  6. сияющий
  7. яркий свет
ακτινοβολώ αβαρής сигнальный огонь
ακτινοβολών
ακτινοβολώ παλμικά мигать
ακτινογράφημα рентгеновский снимок
ακτινογραφία
рентге́н
  1. рентгеногра́мма
ακτινογραφικός
ακτινογράφος рентге́н
ακτινογραφώ
ακτινοειδείς φλέβες
ακτινοειδής αρτηρία
ακτινοειδής κεραία
ακτινόζωα
ακτινοθεραπεία радиотерапия
ακτινόλιθος актинолит
ακτινολογία
радиология
  1. рентгеноскопия
ακτινολογικός
ακτινολόγος
ακτινομετρικός
ακτινόμετρο актинометр
ακτινοπόδια
Ακτινοπτερύγιοι
ακτινοσκόπηση
ακτινοσκοπικός
ακτινοσκοπώ
просвети́ть
  1. просве́чивать
ακτινοφυσική
ακτινώτα
ακτινωτό δράπανο
ακτινωτό λάστιχο
ακτινωτός
Άκτιο
А́кциум
  1. А́кций
ακτίς
ακτίς ράδιου
ακτίς τροχού
ακτίς Χ
άκτιστος
ακτογραμμή
Ακτόμπε Актобе (Актюбинск)
ακτοπλοΐα каботаж
ακτοπλοία
ακτοπλοϊκό кабота́жное су́дно
ακτοπλοϊκός
ελληνικά русский