PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
αλεηλάτητος
αλέθομαι
αλέθω
молоть
  1. толо́чь
  2. моло́ть
  3. фабрика
αλέθω ανακύκληση мельничное колесо
αλείβομαι
άλειμμα талый снег
αλειμματοκέρι
αλειμμένος με πηλό глинистый
άλεϊ-ουπ
алле-у́п
  1. аллей-у́п
  2. аллей-о́п
  3. алле-о́п
αλειφατική ένωση
αλειφατικός υδρογονάνθρακας
αλείφομαι
αλείφω
пятно
  1. штукатурка
αλείφω κάτι με γλυκερίνη
αλείφω με ιξό
αλείφω με ιώδιο
αλείφω με κόμμι склеивать
αλείφω με λίπος шпиговать
αλείφω με ξύγκι сало
αλείφω με παραφίνη
αλείφω με πίσσαν
Αλέκα Παπαρήγα Алека Папарига
Άλεκ Ισσιγόνης Алек Иссигонис
Άλεκος
Αλέκος Αλαβάνος
Αλέκος Αλεξανδράκης
Αλέκος Αλεξανδρής
Αλέκος Μιχαηλίδης
Αλέκος Φασιανός
αλέκτορας
ко́чет
  1. петух
  2. пету́х
αλεκτορομαχίας
αλέκτωρ
петух
  1. самец
αλέκτωρ αληθινός самоуверенный
Αλεμαννική γλώσσα Алеманнское наречие
αλεμαννική γλώσσα алеманнское наречие
Αλεμάνοι Алеманны
Αλένκα Γκοτάρ Алёнка Готар
Αλέν Ντελόν Ален Делон
Άλεν Στακ
Αλεντέζου
Άλεξ Άκερ
Αλεξάνδρα
Александра
  1. Алекса́ндра
Αλεξάνδρα Κολλοντάι Александра Михайловна Коллонтай
Αλεξάνδρεια
Александрия
  1. Александри́я
Αλεξανδρεία
αλεξανδρινισμός
αλεξανδρινός
αλεξανδρίτης
Αλέξανδρος
Александр
  1. Алекса́ндр
  2. Александр Македонский
  3. Александр Великий
Αλέξανδρος Α ́ Αλεξανδρείας Александр Александрийский
ελληνικά русский