PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
αναμετριέμαι
αναμετρώ
ανά μήνα
αναμηρυκάζω
αναμιγμένος
αναμιγνύομαι
αναμιγνύομαι με διάχυση
αναμιγνύω
ανάμικτα
ανάμικτη γλώσσα
ανάμικτη μουσική
αναμικτήρας
αναμικτήρας άμμου
αναμίκτης
αναμικτής
αναμικτικός
ανάμικτο
ανάμικτο ποτό
ανάμικτος
ανάμικτος άνευ διακρίσεως
ανάμικτο τουρσί
ανάμικτρο
ανάμιξη
αναμιξη
ανάμιξη ανακριτού
ανάμιξη αναμμένος
ανάμιξη από
ανάμιξη κατεβάζω
ανάμιξη/μίξη
ανάμιξη πέρα
ανάμιξη πίσω
ανάμιξη χωρίς διάκριση
αναμίξιμος
αναμιξιμότητα
αναμίσθωση
άναμμα
άναμμα φωτιάς
άναμμα φωτιάς αγρός
αναμμένος
αναμμένος αγροτικά ζώα
αναμμένος ακάλυπτος
αναμμένος ανακριτού
αναμμένος αναμμένος
αναμμένος ανεκτικός
αναμμένος ανέντιμος
αναμμένος άνθρακας
αναμμένος απόγονοι
αναμμένος δια μέσου
αναμμένος κατεβάζω
ανάμνηση
ελληνικά