PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
ανατολικός
Ανατολικός-Βορειοανατολικός
Ανατολικός-Νοτιοανατολικός
Ανατολικός Ορθόδοξος
Ανατολικό Σάσεξ
Ανατολικό Συριακό
Ανατολικό Τίμορ
Ανατολικό Τιμόρ
Ἀνατολικὸ Τιμόρ
ανατολικό φορείον
ανατολισμός
ανατολιστής
Ανατολίτης
ανατολίτης
ανατολίτικος
ανατομή
ανατομή πτώματος
ανατομία
ανατομια
ανατομία ανθρωπίνου σώματος
ανατομία ζώων
ανατομια και φυσιολογια
ανατομικά
ανατομική δομή
ανατομικό βαθούλωμα
ανατομικός
ανάτομος
ανατόμος
ανατοποθέτηση
ανατοποθετώ
ανά τρείς εβδομάδας
ανατρέπομαι
ανατρεπόμενο
ανατρεπόμενο όχημα
ανατρεπόμενο φορτηγό
ανατρεπτικός
ανάτρεπτος
ανατρέπω
ανατρέπω εξ’ αρχής
ανατρέπω τον
ανατρέφομαι
ανατρέφω
ανατρέφω αξιοθαύμαστος
ανατρέφων
ανατρέχω
ανά τρία έτη
ανατριζιάζω
ανά τρίμηνο
ανατριχιάζω
ανατριχιάζων
ελληνικά