υδρομετεωρολογία | |
υδρομετρητής | |
υδρομετρία | |
υδρομετρικός | |
υδρόμετρο | |
υδρόμυλος | |
υδρονομέας | |
υδρονομική εγκατάσταση/μηχανοστάσιο ύδρευσης | |
υδροξείδιο | |
υδροξείδιο αργιλίου | |
υδροξείδιο νατρίου | |
υδροξείδιο του αμμωνίου | |
υδροξείδιο του καλίου | |
υδροξύλιο | |
υδροπεπόνι | |
υδροπεπονιά | |
υδροπλάνο | |
υδροπονία | |
υδροπονική | |
υδροπονικός | |
υδρόπτερο | |
υδροπτέρυγο | |
υδρορροές | |
υδρορροή | |
Ύδρος | |
υδροσκοπία | |
υδροσουλφίδιο | |
υδροστάθμη | |
υδροστατική | |
υδροστατική έδραση | |
υδροστατική πίεση | |
υδροστατικός | |
υδροστατικός οδηγός | |
υδροστατικό ύψος | |
υδροστρόβιλος | |
υδροσυλλέκτης | |
υδροσυλλέκτησν | |
υδροσφαίρα | |
υδρόσφαιρα | |
υδροσωλήνας | |
υδροσωλήνας πυρκαγιάς | |
υδροταμιευτήρας | |
υδροτροχός | |
υδροϋάκυνθος | |
υδροφθορικό οξύ | |
υδροφθορικός | |
υδροφθοριοπυριτικό οξύ | |
υδροφιάλη | |
υδρόφιλος | |
υδροφοβία | |
ελληνικά |