PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
αποδεικνύω το δίκιο
αποδεικτικό S/MIME
αποδεικτικό καταβολής κομίστρου
αποδεικτικός
αποδεικτικό στοιχείο
αποδεικτικότητα
αποδεικτώς
αποδειλιώ
αποδείξεις
αποδειξη
απόδειξη
απόδειξη αγοράς
απόδειξη γνησιότητας
απόδειξη είσπραξης
απόδειξη με έγγραφα
απόδειξη με παραδείγματα
απόδειξη παραλαβής
απόδειξη πληρωμής
απόδειξη χρέους
αποδείξιμος
αποδειξιμότητα
απόδειπνο
αποδειπνώ
αποδειχθείς
αποδείχνομαι
αποδειχνύομαι
αποδείχνω
αποδεκατίζω
αποδεκάτιση
αποδεκάτισμα
αποδεκατισμός
αποδέκτης
αποδέκτης συναλλαγματικής
αποδέκτης υπηρεσία υπηρεσία
αποδεκτό
αποδεκτός
αποδεκτός τομέας
αποδελτιομένος
αποδελτιώνομαι
αποδελτιώνω
αποδελτίωση
αποδεξαμενίζομαι
από δεξιά προς τα αριστερά
αποδεσμεύομαι
αποδεσμεύοντας
αποδέσμευση
αποδέσμευση πόρου
αποδεσμεύω
αποδέχομαι
αποδέχομαι αδιαμαρτύρητα
ελληνικά