PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
αποσύνδεση (χρήστη)
αποσυνδέτης
αποσυνδέω
αποσυνθεμένος
αποσύνθεση
αποσύνθεση/διάσπαση
αποσυνθέτομαι
αποσυνθέτω
αποσυνθέτων
αποσυντεθειμένος
αποσυντίθεμαι
αποσυντιθεμένος
αποσυντονίζω
αποσυντονισμός
αποσυρθείς
αποσύρομαι
αποσύρομαι από διαγωνισμό
αποσύρομαι από κούρσα
αποσύρομαι βιαστικά
απόσυρση
απόσυρση από την αγορά
απόσυρση υποψηφιότητας
αποσύρω
αποσύρω ακάλυπτος
αποσύρω ακινητώ
αποσύρω ανακριτού
αποσύρω αναμμένος
αποσύρω από
αποσύρω γραφίδα
αποσύρω δωμάτιο
αποσύρω επένδυση
αποσύρω πίσω
αποσύρω ποσό
αποσύρω ταμπλώ
αποσύρω της κυκλοφορίας
αποσυσκευάζω
αποσυσχετισμός
αποσφραγίζω
αποσφράγιση
αποσχίζομαι
απόσχιση
αποσχιστικός
αποσχολιάζω
αποσώνω
από τα Κομόρος
απότακτος
αποταμίευμα
αποταμιεύσεις
αποταμίευση
αποταμίευση/εξοικονόμηση
ελληνικά