PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
αδελφούλης
αδελφώνω
αδένας
αδένας έκκρισης λαδιού
αδένας Κάουπερ
αδένας της μήτρας
αδένας του κόλπου
αδένας του τραχήλου της μήτρας
άδενδρη χώρα
άδενδρο
άδενδρος
άδενδρος πεδιάς
άδενδρος χώρα
άδενδρος χώρος
αδενεκτομή
αδενικός
αδενίνη
αδενοειδής
αδενοειδής αμυγδαλή
αδενοπάθεια
αδενοσίνη
αδενοϋπόφυση
άδεντρος
αδενώδες εξόγκωμα
αδένωμα
αδέξια
αδέξιο άτομο
αδέξιος
αδέξιος επιδιορθωτής
αδέξιος ζωγράφος
αδέξιος μπούφος νεαρός
αδέξιος οργανοπαίκτης
αδέξιος στα χέρια
αδεξιότης
αδεξιότητα
αδεξίως
αδεξιώτης
αδεξιώτητα
Αδεοδάτος
αδερφή
αδέρφι
αδερφίζω
αδερφίζω εντερική κένωση
αδερφικά
αδερφικός
αδερφίστικος
αδερφοκτόνος
αδερφομοίρι
αδερφός
Αδερφός Λαγός
ελληνικά