PanLex

τσακώνικα Vocabulary

4596 entries from 2 sources
πλεύρι
πληγά
πληγούκου
πλήθι
πλούσιε
πλουτέγγου
πνέου
πογκή
πογκικό
πογκικούλι
ποδόγιουρε
ποθού
πόϊ
ποίε-α-ου
ποίου
ποκάρι
ποκήρι
ποκιστικό
ποκίστρα
ποκίχου
πόλεμο
πολεμού
Πολίτα
πολίτα
πολίτσιχο
πόλκικο
πολυμπρία
πολυντζαιρία
πολύξερε
πολυχρονευτέ
πομονή
πομπέγγου
πόνδυλε
πόνε
πονηράδα
πονηρέ
ποπόνι
πόρε
πορεία
πορνέγγου
πορού
πορούμα
πόσε
ποταμό
ποταμούτσι
πότε
πότσουμα
ποτσούνου
που
πού
τσακώνικα