PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
Ανδρέας Β’ της Ουγγαρίας Андраш II
Ανδρέας Γλυνιαδάκης
Ανδρέας Εμπειρίκος
Ανδρέας Ζαΐμης Андрей Заимис
Ανδρέας Κάλβος
Ανδρέας Καρκαβίτσας
Ανδρέας Κατσούλας
Ανδρέας Κρυστάλλης
Ανδρέας Μιαούλης
Ανδρέας Μιχαλακόπουλος
Ανδρέας Μιχαλιτσιάνος
Ανδρέας Μιχαλόπουλος
Ανδρέας Μουράτης
Ανδρέας Παναγόπουλος
Ανδρέας Παπανδρέου Андреас Папандреу
Ανδρέας Π. Μεταξάς
Ανδρέας Συγγρός
Ανδρέας Τσουκαλάς
ανδρεία
храбрость
  1. му́жество
  2. хра́брость
  3. отва́га
  4. у́даль
  5. сме́лость
  6. отвага
  7. мужество
  8. доблесть
  9. героизм
ανδρειεύομαι
ανδρείκελο
манеке́н
  1. марионетка
  2. модель
  3. манекенщица
  4. манекен
ανδρείκελο αποδεικνύω кукольное представление
ανδρείος
бра́вый
  1. хра́брый
  2. сме́лый
  3. отва́жный
  4. до́блестный
  5. смелый
  6. воинственный
  7. доблестный
  8. твердый
  9. храбрый
  10. доблестен
ανδρειωμένα
ανδρειωμένος
ανδρείως
άνδρες мужественность
ανδρεσ
ανδριάνδας
ανδρίαντας памятник
ανδριάντας
ανδριαντοποιία
ανδριαντοποιός
ανδριάς
ανδρικά είδη
галантерея
  1. чулочные изделия
ανδρικά ενδύματα
ανδρικές τουαλέτες
ανδρική ηλικία
ανδρικό αναπαραγωγικό σύστημα
ανδρικό επίσημο ένδυμα
ανδρικό εσωτερικό αναπαραγωγικό όργανο
ανδρικό ουρητήριο
ανδρικό παντελόνι широкие брюки
ανδρικό πανωφόρι
ανδρικό παπούτσι ботинок
ανδρικος
ανδρικός
му́жественный
  1. мужеподо́бный
  2. мужско́й
  3. маскули́нный
  4. мужской
  5. мужественный
  6. мужской род
  7. отважный
  8. мужеподобный
  9. маскулинный
ανδρικός αναπαραγωγικός αδένας
ανδρικό στήθος
ανδρικό σώμα
ελληνικά русский