PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
ανεπίδοτη επιστολή
ανεπίδοτο μήνυμα сообщение о недоставке
ανεπίδοτος
ανεπιείκεια
ανεπιεικής
ανεπιθύμητη αλληλογραφία нежелательная почта
ανεπιθυμητη εγκυμοσυνη
ανεπιθύμητη ηλεκτρονική αλληλογραφία нежелательная почта
ανεπιθύμητο λογισμικό нежелательные программы
ανεπιθύμητο πρόσωπο
нежела́тельное лицо́
  1. персо́на нон гра́та
  2. убыточный
ανεπιθύμητος
нежелательный
  1. нежела́тельный
ανεπικύρωτος
ανεπίληπτος
ανεπίλυτη εξαίρεση необработанное исключение
ανεπίλυτος
ανεπίπλωτος
ανεπίσημα
под чужим именем
  1. неофициально
ανεπίσημη αμφίεση раздевать
ανεπίσημη απεργία
ανεπίσημη προβολή ταινίας
ανεπίσημη συνεδρίαση
ανεπίσημο
ανεπίσημος
неофициальный
  1. неофициа́льный
ανεπίσημος χορός хмель
ανεπιστημονικά ненаучно
ανεπιστημονικός
ανεπιστράτευτος
ανεπιστρεπτί
ανεπίστρεπτος
ανεπίστροφος невозвратимый
ανεπίτευκτος
недосягаемый
  1. недостижимый
  2. недоступный
ανεπίτευτος
ανεπιτήδειος
ανεπιτηδειότητα
ανεπιτήδευτα
вразумительно
  1. естественно
  2. а как же
  3. поняло
  4. понято
  5. ещё бы
ανεπιτήδευτος скромный
ανεπιτήρητη εγκατάσταση
установка без участия пользователя
  1. автоматическая установка
ανεπίτρεπτος недопустимый
ανεπιτυχές πραξικόπημα
ανεπιτυχής неудачный
ανεπιτυχία
ανεπιφύλακτα
откровенно
  1. открыто
  2. свободно
  3. безоговорочно
ανεπιφύλακτος
по́лный
  1. безусло́вный
  2. безогово́рочный
  3. безоговорочный
  4. незабронированный
  5. несдержанный
ανεπρόκοπος непригодный
ανεπρόκοφτος
ανεπτυγμένες χώρες
ανεπτυγμένη επιφάνεια
Ανεπτυγμένη χώρα Развитые страны
ανεπτυγμένη χώρα развитые страны
ανεπτυγμένος
ελληνικά русский