PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
ανικανοτητα
ανικανότητα
неспособность
  1. бессилие
ανικανότητα προς εργασία
ανικανότητα σεξουαλική
ανικάνωση
ανίκευτος
Ανίκητος Аникет
ανίκητος
непобедимый
  1. неуязвимый
ανικτερικός
ανιλίνη
анилин
  1. анили́н
ανιματέρ
ανιματία
ανιμέ
аниме́
  1. япо́нский мультфи́льм
  2. анимэ́
ανιμισμός анимизм
ανιμιστικός
Ανιμπάλε ντε Γκάσπαρις
Ανίμπαλ Καβάκο Σίλβα Анибал Каваку Силва
ανιόν
анион
  1. анио́н
ανιόν κόλον
ανιόντες
ανιόντες συγγενείς
ανιούσα αορτή
ανιούσα έμφαση кульминационный пункт
ανιπεράσπιστος беззащитный
ανίπταμαι διαγωνίως
άνισα
ανισαλδευδή
άνιση γωνία
ανισικός
άνισο ани́с
ανισοβαρής
ανισόδοντα
ανισομέρεια
ανισομερής
ανισομετρικός
ανισόμετρο έργο мешанина
ανισομήκης
άνισον ани́с
ανίσον το κοινόν
ανισόπεδος
ανισόπλευρος
ανισορροπία
ανισόρροπος
помешанный
  1. разлажен
άνισος
неравноценный
  1. неравноправный
ανισοσκελής
ανισοσκελής αψίδα
ανισότης
ανισότητα
нера́венство
  1. несоразмерность
ανισοτητεσ υγειασ
ανισοτιμία
ελληνικά русский