PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
ανισοτροπία
ανισοτροπικός
ανισοτροπισμός
ανισότροπος
ανιστόρητος
ανιστορικός
ανιστορώ
ανιστώ
ανίσχυρος
сла́бый
  1. вя́лый
  2. бессильный
  3. несостоятелен
  4. бессилен
ανισώς
Ανίτκαμπιρ
άνιφτος
ανίχνευση политика
ανίχνευση βλαβών
ανίχνευση εισβολής
ανίχνευση/εντοπισμός/φώραση
ανιχνεύσιμος обнаруживаемый
ανιχνευσιμότητα
ανιχνευτής
разведчик
  1. блок развертки
  2. разведывать
  3. детектор
ανιχνευτής/αισθητήρας/αισθητήριο
детектор
  1. сенсор
ανιχνευτής διαρροών
ανιχνευτής καπνού
ανιχνευτής μετάλλων αεροδρομίου
ανιχνευτής μηδενισμού
ανιχνευτής σφάλματος
ανιχνευτής ταχύτητας
ανιχνευτής/φωρατής
сенсор
  1. детектор
ανιχνευτής ψεύδους
ανιχνευτική περίπολος
ανιχνευτική συσκευή
ανιχνευτικός сыщик
ανιχνευτικός σκύλος
ανιχνεύω трек
ανιχνεύω με οσμή сыщик
ανιχνεύω πάλι
ανίψι
ανιψιά племянница
ανιψιός
племянник
  1. племя́нник
  2. племяш
ανιώ
ανιών
ανιώντος анион
αν και
но
  1. хотя
  2. несмотря на то
  3. что
  4. хотя́
  5. то́лько
  6. хоть и
  7. тем не менее
  8. промежуток времени
Αν και μόνο αν
αν και μόνο αν тогда и только тогда
ανκερίτης анкерит
Ανκόλε
Ανκόνα Анкона
ανκορά
Άνκορατζ Анкоридж
Άννα
Анна
  1. А́нна
  2. Энн
ελληνικά русский