PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
σπηλαιολογία спелеоло́гия
σπηλαιολογικός
σπηλαιολόγος спелео́лог
σπηλαίος
Σπήλαιο Φράγχθι
σπηλαιώδης
σπηλαίωση
σπηλιά
пещера
  1. подземелье
  2. грот
  3. подземе́лье
  4. печо́ра
  5. пеще́ра
σπήλιο
Σπήλιος Σπηλιωτόπουλος
σπηνθιρισμός
отсвет
  1. сверкание
  2. сверкания
  3. свечение
σπίζα
зяблик
  1. зя́блик
σπίθα искра
σπιθαμή
σπιθαμή με σπιθαμή
σπιθαμή προς σπιθαμή
σπιθαμιαίος
σπιθίζω
σπίθισμα
σπιθοβολώ
σπιθούρι
σπίλος
σπίλωμα
σπιλώνω
черни́ть
  1. запятна́ть
  2. пятна́ть
σπίλωση
Σπιναλόγκα Спиналонга
σπινθήρ
σπινθήρας искра
σπινθηρίζω
σπινθηρίζων
σπινθήρισμα вспы́шка
σπινθηρισμός
σπινθηρισμός επιφάνειας
σπινθηριστής
запальная свеча
  1. свеча зажигания
σπινθηροβόλημα
σπινθηροβολία
σπινθηροβόλος искря́щийся
σπινθηροβολώ
σπινθηροπαραγωγός
σπίνος
зяблик
  1. зя́блик
σπιουνάρω
σπιουνιά
σπιούνος
σπιράλ
σπιρομέτρηση
σπιρόμετρο
σπιρούνας
σπιρούνι
σπιρουνιά
σπιρουνιάζω
ελληνικά русский