στατικό ύψος | |
στατικό φορτίο | |
στατικών εικόνων | |
στατικώς | |
στατιστικά | статистически |
στατιστικά στοιχεία |
статистики
|
στατιστικά στοιχεία/στατιστικά δεδομένα |
статистика
|
στατιστικές αλιείας | |
στατιστικές άμυνας | |
στατιστικές απασχόλησης | |
στατιστικές εκπαίδευσης | |
στατιστικές μεταφορών | |
στατιστικές παραγωγής | |
στατιστικές περιβάλλοντος | |
στατιστικές τουρισμού | |
στατιστικές υγείας | |
Στατιστική | статистика |
στατιστική |
статистика
|
στατιστικη | |
στατιστική ανάλυση | |
στατιστική δειγματολειπτική έρευνα | |
στατιστική διασπορά | |
στατιστική κατανομή | |
στατιστική μέθοδος | |
στατιστική μηχανική | |
στατιστική/στατιστικά στοιχεία |
статистика
|
στατιστική της ΕΕ | |
στατιστικολόγος | |
στατιστικός | статистический |
στατιστικώς | |
στάτορας | |
στάτορ κινητήρα | |
στάτους | |
στάτους κβο | ста́тус-кво |
στα τσακίδια | |
στα τυφλά | |
στάτωρ | |
σταυλάρχης | |
σταυλίζω | |
σταυλισμός | конюшня |
σταύλοι αρχοντόσπιτων | |
σταύλος |
коню́шня
|
σταύλος άλογων | |
σταύλος γεωργού | |
σταυλοχελίδονο | |
Σταύρoς Ξαρχάκoς | |
σταυραδερφός | |
σταυραετός | |
σταυραϊτός | |
Σταυράκιος | Ставракий |
ελληνικά | русский |