PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
στάχυ καλαμποκιού
σταχυολόγημα
σταχυολογώ
Στάχυς
Стахий
  1. Спика
σταχωτής переплетчик
στεανικό οξύ
Στεάουα Βουκουρεστίου Стяуа
στεαρικό οξύ
στεαρίνη
στεατικό οξύ
октадекановая кислота
  1. стеариновая кислота
στεατικός
στεατίνη
στεάτινος
στεατίτης
στεατοπυγία
στεατώδης
στεάτωμα
στέβια
στεγάζει
στεγάζομαι
στεγάζω крыша
στεγανό περίβλημα
στεγανοποιημένος
στεγανοποίηση
герметиза́ция
  1. уплотне́ние
στεγανοποίηση επαφής
στεγανοποιητικοί δακτύλιοι
στεγανοποιητικοί σύνδεσμοι
στεγανοποιώ
στεγανόπους
στεγανός
водонепроница́емый
  1. гермети́чный
  2. герметичный
  3. герметичен
  4. магический
  5. герметический
στεγανότητας
στεγανωτική πλάκα
στέγαση
кровля
  1. укрытие
  2. приют
στεγαση αναπηρων
στέγαση εκτάκτου ανάγκης пожарная лестница
στέγαση σταβλισμός των ζώων
στέγαση των ζώων
στέγαση χαμηλού κόστους
στέγασμα
στέγασμα βωμού
στέγασμα για αυτοκίνητο
στέγασμα κλίνης
στεγασμένος
στεγαστής
στεγαστικές ανάγκες
στεγαστική πολιτική
στεγαστικό δάνειο
στεγαστικό δίκαιο
στεγαστικό πρόγραμμα
στεγαστικός
ελληνικά русский