PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
σχήμα φύλλου
σχίζα
σχιζοειδής
σχίζομαι
σχιζόποδο
σχιζοφρένεια
шизофрения
  1. шизофрени́я
σχιζοφρενές ши́зик
σχιζοφρενής
ши́зик
  1. шизофре́ник
σχιζοφρενικός
σχίζω
расщепля́ть
  1. расщепи́ть
σχιζω
σχίζων
σχιίιμο
Σχίνος
σχίσιμο
раскол
  1. расщепление
  2. расщепле́ние
  3. раско́л
  4. проре́ха
σχίσμα
схизма
  1. разногласие
  2. схи́зма
  3. раскол
σχισμάδα
σχισματικός
σχισματικώς
Σχίσμα του 1054 Раскол христианской церкви
σχισμένος
σχισμές
σχισμή
трещина
  1. щель
  2. расщелина
σχισμή στήριξης
σχισμώδης
σχιστή άργιλος
σχιστή οπλή
σχίστης
σχιστόλιθος
аспи́дный сла́нец
  1. аспи́д
  2. ши́фер
σχιστομάτης узкогла́зый
σχιστός
σχιστοσωμίαση
σχιστό τεμάχιο
σχιστό χείλος
σχιστώδης
σχοιματίζων
σχοινάκι скака́лка
σχοινένια γέφυρα
σχοινί
верёвка
  1. шнур
  2. нитка
σχοινι
σχοινιά
σχοινί ανοίγματος αλεξίπτωτου
σχοινί διαδρομής
σχοινί εκκίνησης
σχοινί ιστίου
σχοινί με θηλειά
σχοινίο
σχοινίο μάστιγος
σχοινίο με θηλειά
σχοινίο πλοίου
ελληνικά русский