PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
υδρογονωμένος
υδρογονώνω
υδρογόνωση
υδρογραφία
гидрогра́фия
  1. гидрография
υδρογραφικός гидрографический
υδροδείκτης
υδροδεξαμενή
υδροδότηση
υδροδοχείο
υδροδυναμική
гидродинамика
  1. гидрокинетика
υδροδυναμική έδραση
υδροδυναμική ενέργεια
υδροδυναμικός
υδρόζωα
υδροζωικό οξύ
υδροηλεκτρικά έργα
υδροηλεκτρική ενέργεια
υδροηλεκτρικός гидроэлектрический
υδροηλεκτρικός σταθμός гидроэлектростанция
υδροηλεκτρικός στρόβιλος
Υδροηλεκτρικό φράγμα Στράτου
υδροηλεκτρισμός
υδροθάλαμος
υδροθειαιθάνιο этантиол
υδρόθειο
сульфид водорода
  1. серни́стый водоро́д
  2. дигидросульфи́д
  3. сероводород
υδροθειούχο αμμώνιο
υδροθειώδες οξύ
υδροθεραπεία
водолечение
  1. гидротерапия
υδροθεραπευτικός водолечебный
υδροϊώδιο
υδροκέφαλος
υδροκινητική
υδροκίνητος
υδροκίνητος τροχός
υδροκορτιζόνη
υδροκρίτης
водораздел
  1. водоразде́л
υδροκυανικό οξύ
υδροκυανικός
υδροκυάνιο циановодород
υδροληψία
υδρολίσθηση
υδρολισθητήρας
СПК
  1. гидрофо́йл
  2. су́дно на подво́дных кры́льях
υδρολογία
гидрология
  1. гидроло́гия
  2. наука о воде
υδρολογική ροή
множественность
  1. избыток
  2. избыточность
  3. изобилие
  4. обилие
  5. зажиточность
  6. довольство
  7. богатство
  8. массовость
υδρολογικός κύκλος
υδρόλυση гидролиз
υδρολυτικός
υδρολύω
υδρόμελι
медовуха
  1. медову́ха
  2. мёд
  3. мед
  4. мэд
Υδρομεταλλουργία
ελληνικά русский