PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
υιός сын
υἱός
мальчик
  1. сын
  2. уроженец
  3. выходец
  4. сынок
υιός του θεού
υλάζω
υλακή
лай
  1. уток
  2. гав-гав
υλακτώ лаять
υλη
ύλη
ύλη ζωικής προέλευσης
ύληξ
υλικά
материал
  1. тематика
  2. материалы
υλικά αγαθά
υλικά διά πατώματα
υλικά διά ράφια
υλικά εδάφους
υλικά οικοδομών
υλικά παραγωγής
υλικά προηγμένης τεχνολογίας
υλικά σκαλωσιάς
υλικά στεγάσεως
υλικά συσκευασίας
υλικές ανάγκες
υλικές συνθήκες υποδοχής
Υλίκη Илики
Υλική Илики
υλικό
вещество́
  1. материа́л
  2. жестко кодированный
υλικό άκαυστο
υλικό αναφοράς
υλικό για θρυαλλίδες
υλικο διδασκαλιασ
υλικό επίστρωσης
υλικό εσωτερικής επένδυσης
υλικοί πόροι
υλικό λειτουργιών κλειδιών материал ключа
υλικό μήτρας
υλικό παραγεμίσματος
υλικό πλήρωσης
υλικός
мате́риа́льный
  1. конкре́тный
  2. телесный
  3. определённый
υλικό σημείο
υλικό σύνδεσης
υλικότητα
υλικό φωτισμού
υλισμικό
хардве́р
  1. аппарату́ра
  2. метизы
  3. хардвер
υλισμός материали́зм
υλιστής
материали́ст
  1. материали́стка
υλιστικά
υλιστικός
мерканти́льный
  1. материалисти́ческий
  2. материалисти́чный
Ύλλος Гилл
υλοζωία гилозои́зм
υλοζωισμός гилозои́зм
ελληνικά русский