PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
υπναράς соня
Υπνερωτομαχία Πολύφιλου
υπνηλεία
υπνηλία
сон
  1. дрёма
υπνηλός
υπνική άπνοια
υπνοβασία
υπνοβάτης
лунатик
  1. сомнамбула
υπνοβατικός
υπνοβατώ
υπνοδωμάτιο
спальня
  1. комната
  2. о́бщая спа́льня
  3. спа́льня
  4. пала́та
  5. ко́мната
  6. дортуа́р
  7. камера
υπνοθάλαμος
дортуа́р
  1. о́бщая спа́льня
  2. спа́льня
υπνοθεραπεία
υπνοθεραπεια
υπνοθεραπευτής
υπνοπαιδεία
Ύπνος
Гипнос
  1. Гипно́с
  2. Ги́пнос
υπνος
ύπνος
сон
  1. сплю
υπνοσ
υπνόσακος
спа́льный мешо́к
  1. спальный мешок
υπνοφόρος
υπνώνω
ύπνωση гипноз
υπνωτήριο
дортуа́р
  1. о́бщая спа́льня
  2. спа́льня
  3. общежи́тие
  4. обща́га
υπνωτηστής
υπνωτίζω
гипнотизировать
  1. загипнотизировать
  2. завораживать
υπνωτίζων
υπνωτικό снотво́рное
υπνωτικός
снотво́рный
  1. вводящий в сон
  2. усыпляющий
  3. навевающий сон
  4. гипнотический
υπνωτικό φάρμακο
υπνωτικό χάπι
υπνωτικώς
υπνώτιση
υπνωτισμός
гипнотизм
  1. гипноз
υπνωτιστής
υπνωτιστικός
υπο
υπο-
под-
  1. недо-
  2. суб-
υπό ни́же
υποαλλεργικός
υπό άλλες συνθήκες
υποανάπτυκτος
υποανάπτυξη
υποαπασχόληση
υποαπασχολώ
υποατομικός суба́томный
υποατομικό σωματίδιο субатомная части́ца
υποβαθμίζομαι
υποβαθμίζω
унижать
  1. умалять
  2. преуменьшать
ελληνικά русский