PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
φυσικό κρύσταλλο
φυσικό λίπασμα
φυσικομαθηματικά
φυσικομαθηματική
φυσικομαθηματικός
φυσικό πάρκο
природный парк
  1. общественный парк
  2. охраняемый ландшафт
φυσικό περιβάλλο
φυσικό περιβάλλον
φυσικό πέτρωμα
φυσικό πρόσωπο
физическое лицо
  1. физи́ческое лицо́
φυσικός
физик
  1. естественный
  2. есте́ственный
  3. физи́ческий
  4. фи́зик
  5. природный
Φυσικός αριθμός Натуральное число
φυσικός αριθμός натура́льное число́
φυσικός δρυμός
лес
  1. естественный лес
φυσικός καθηγητής
φυσικός κίνδυνος
φυσικός κληρονόμος кронпринц
φυσικός μαγνήτης
φυσικός νόμος
φυσικός σχεδιασμός
φυσικό σχήμα
φυσικό ταλάντο
φυσικότητα
φυσικό φαινόμενο
φυσικό χάρισμα
Φυσικοχημεία Физическая химия
φυσικοχημεία физическая химия
φυσικοχημικός
φυσικώς
φυσιογνωμία выраже́ние лица
φυσιογνωμικός
φυσιογνωμικώς
φυσιογνωμιστής
φυσιογνωμονική
физионо́мика
  1. физиогно́мика
  2. физия
  3. физиогномика
  4. лицо
  5. физиономия
φυσιογνώμων
φυσιογνωσία
φυσιογνωστικός
φυσιογραφία
физиогра́фия
  1. физи́ческая геогра́фия
φυσιογραφικός
φυσιογράφος
φυσιοδίφης
естествоиспытатель
  1. натурист
  2. нудист
  3. натуралист
Φυσιοθεραπεία
φυσιοθεραπεία
φυσιοθεραπεια
φυσιοθεραπευτεσ
φυσιοθεραπευτής физиотерапевт
φυσιοθεραπευτικός
φυσιοκράτης
φυσιοκρατία
натурали́зм
  1. натурализм
φυσιοκρατικός
ελληνικά русский