PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
φωτεινές επιγραφές
Φωτεινή
φωτεινή δέσμη
φωτεινή εικόνα
φωτεινή επιγραφή
φωτεινή ροή
Φωτεινό Άρτας
φωτεινοί σηματοδότες
φωτεινό νέφος
φωτεινός
светлый
  1. световой
  2. яркий
  3. сия́ющий
  4. светя́щийся
  5. све́тлый
  6. я́ркий
  7. флюоресце́нтный
  8. блестящий
  9. светящийся
  10. сияющий
φωτεινός ουρανός
φωτεινότερος
φωτεινότης
φωτεινότητα
я́ркость
  1. сияние
  2. блеск
  3. яркость
  4. освещенность
Φωτεινότητα, αύξηση яркость, увеличить
Φωτεινότητα, ελάττωση яркость, уменьшить
Φώτης
Φώτης Κόντογλου
φωτιά
огонь
  1. пожар
  2. костёр
  3. горение
  4. пламя
  5. очаг
  6. ого́нь
  7. пожа́р
  8. оча́г
  9. полымя
  10. палаты
  11. сгорания
  12. пламени
  13. большой пожар
  14. сожжение
  15. самовозгорание
  16. сгорание
φωτια
φωτιά για γιορτή
φωτιά κατασκήνωσης
φωτιές
φωτίζομαι
φωτίζω
осветить
  1. освещать
  2. освети́ть
  3. освеща́ть
  4. светлеть
  5. яснеть
Φώτιος Фотий
Φώτιος Αλεξανδρείας
φωτισμένος просвещен
φωτισμένος διάδρομος προσγείωσης
φωτισμός
φωτισμός κατεύθυνσης
φωτισμός σκηνής
φωτιστικές σειρές
φωτιστικό
φωτιστικό πετρέλαιο
φωτιστικός
φωτιστικό σώμα
φωτο-
свето-
  1. фото-
φωτοαισθητήριο
φωτοαντιγραφικό μηχάνημα
φωτοαντίγραφο
снимок
  1. фотокопия
φωτοαντιγράφω
отфотокопи́ровать
  1. ксерокопи́ровать
  2. отксерокопи́ровать
  3. фотокопи́ровать
  4. фотокопировать
φωτοαπόδοση
отрисовка
  1. визуализация
φωτοαποτρίχωση
φωτοβιομηχανία
φωτοβολία люминесценция
φωτοβολίδα
φωτοβόλος люминесцентный
φωτοβόλο σώμα
Φωτοβολταϊκά Солнечная батарея
ελληνικά русский