PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
αμφίστομο νυστέρι
αμφίστομος
αμφιταλαντεύομαι
αμφιταλαντευόμενος
αμφιταλάντευση
Αμφιτρίτη
Αμφιτρίτη VII
Αμφιτρύτη
Αμφιτρύωνας
αμφιτρύωνας
αμφιφυλία
αμφιφυλοφιλία
αμφιφυλοφιλικός
αμφιφυλοφιλοι
αμφιφυλόφιλος
αμφορέας
αμφότερες
αμφοτερικός
αμφοτερικός ηλεκτρολύτης
αμφοτέροι
αμφότεροι
αμφότεροι κερδισμένοι
αμφοτέρωθεν
Αμχαρικά
αμχαρικά
αμωλώπιστος
άμωμος
Άμωμος σύλληψη
άμωμος σύλληψη
Άμων
αμώνι
Αμώς
αν
αν-
ανά
ανα-
αναβαθμιαία
αναβαθμίδα
αναβαθμίζομαι
αναβαθμίζω
αναβαθμιζω
αναβάθμιση
αναβάθμιση λογισμικού
αναβαθμίσιμος
αναβαθμισμένος
αναβαθμολογώ
αναβαθμός
αναβάθρα
αναβαίνω
αναβαίνω πάλι
ελληνικά