PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
ανέγγιχτος
ανεγγύητος
ανεγείρομαι
ανεγείρω
ανεγείρω άγαλμα κάποιου
ανεγερθείσα
ανέγερση
ανέγερση αστικών οικοδομών
ανεγκέφαλος
ανέγκριτος
ανεδαφικό
ανεδαφικός
ανειδίκευτη εργασία
ανειδίκευτος
ανειδίκευτος εργάτης
ανειδοποίητος
ανεικονικός
ανεικονικότητα
ανειλημμένος
ανειλικρίνεια
ανειλικρινής
ανειλικρινής πολυλογία
ανείπωτα
ανείπωτος
ανειρήνευτος
ανείσπρακτος
ανείσπραχτος
ανέκαθεν
ανεκδήλωτος
ανεκδιήγητος
ανεκδίκητος
ανεκδοτικός
ανέκδοτο
ανεκδοτολογία
ανεκδοτολογικός
ανεκδοτολόγος
ανέκδοτος
ανεκκαθάριστος
ανέκκλητα
ανέκκλητη πίστωση
ανέκκλητο
ανέκκλητος
ανεκμετάλλευτος
ανεκπαίδευτος
ανεκπλήρωτος
ανεκρίζοτος
ανεκρίζωτος
ανεκριζωτώς
ανεκτέλεστος
ανεκτικός
ελληνικά