PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
ανέραστος
ανεργία
ανεργια
ανεργία διακινούμενων εργαζομένων
ανεργια νεων
ανεργία των γυναικών
ανεργία των νέων
άνεργοι
ανεργοι
άνεργος
ανερεύνητος
ανερευνώ
ανερμάτιστος
ανερμήνευτος
ανεροειδές βαρόμετρο
ανεροειδογράφος
ανερός
ανέρπω
ανερυθρίαστα
ανερυθρίαστος
ανέρχομαι
ανέρχομαι ελικοειδώς
ανέρχομαι με σκάλα
ανερχόμενο κόλον
ανερχόμενος
ανέρωτος
άνεσεις
ανέσεις
άνεση
ανέσπερος
ανεσταλμένος
ανέστιος
ανεστραμμένος
άνετα
ανετάθετος
άνετη δουλειά
ανέτοιμος
ανετοιμότης
ανετοιμότητα
άνετος
άνετος καλπασμός
ανετυμολόγητος
άνευ
άνευ αιτίας
άνευ ανταμοιβής
άνευ αντιρρήσεως
άνευ αξίας
άνευ αποβάθρας
άνευ αποτελέσματος
άνευ αρετής
ελληνικά