PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
απ’ όπου
αποπραγματοποίητος
από πρακτική άποψη
από πριν
από προεπιλογή
από πρόθεση
αποπροσανατολίζω
αποπροσανατολισμός
από προσωπική πείρα
αποπροσωποποιώ
από πρώτο χέρι
απόπτυση
αποπτύω
απόπτωση
αποπυρηνικοποίηση
αποπυρηνικοποιώ
απορηματικός
απορημένος
απόρθητα
απόρθητο
απόρθητος
απορθητώς
απορία
απορία αίνιγμα
απορίπτω
απορίπτω εραστήν
άπορος
απορράπτω
απορρέω
απορρέω από
απορρέων
απόρρητος
απόρριμα άνθρακος
απορρίματα
απόρριμμα
απορρίμματα
απορρίμματα από γυαλί
απορρίμματα από γύψο
απορρίμματα κήπου
απορρίμματα μαλλιών
απορρίμματα μεταλλείου
απορρίμματα μετάλλων
απορρίμματα πλοίου
απορρίμματα προς περισυλλογή και ανακύκληση/διάσωση
απορρίμματα χαρτιού
απορριμματοφόρο
απορριμματοφόρος
απορρίνιση
απορριπτέος
απορρίπτομαι
ελληνικά