PanLex

τσακώνικα Vocabulary

4596 entries from 2 sources
άρυτε
αρχιμηνία
αρχινίζου
αρχιχρονία
αρχογκία
αρχογκικό
αρχόγκισσα
άρχοντα
αρχοντέγγου
αρχοντονύθη
αρχοντοξεπευτέ
αρχοντοπούα
αρχοντόπουλε
αρχοντοσυμπέθερε
αρχύτερε
αρώτητα
ασάγαλε
ασαγάλι
ασάλευτε
ασάλητε
ασάλιτε
ασαμάρουτε
ασαπούνιστε
ασαράγκιστε
ασάρουτε
άσαφτε
άσαχτε
ασβάρνιστε
ασείρευτε
ασεκλέκιστε
ασελί
ασέριτε
άσημα
ασήμαδε
ασημάδευτε
ασημένιε
ασημοζούναρε
ασημοκούγκι
ασημούκου
ασήμουμα
ασήμουτε
ασήνι
ασηνικό
άσητε
ασητέ
άσι
ασίγιστε
ασιδέρουτε
ασίλιτε
ασίμουτε
τσακώνικα