PanLex

τσακώνικα Vocabulary

4596 entries from 2 sources
εμπαρίου=ένι παρίου
εμπέα
εμπόδιε
εμποίκα
εμποκό
εμπροκό
ενάμα
ενάντιε
ενάρετε
ενέγκα
ενεί
ενέκα
ένι
ενία
ενίου
εννιάϊμερα
έννοια
εννοιάζουντα
ενοιάκα
ενοιούκα
ενοιρία
ενούκου
ενόχλησι
ένταϊ
έντερι
έντζε
εντολή
εντόσθια
εντούκα
έντουρε
εντροκή
ενυρία
ένωση
εξαγοράνου
εξαίρετε
εξαλείφου
εξανακάνα
έξατε
έξαψι
έξε
εξέμισε
εξερία
εξετάζου
εξέταση
εξήγηση
εξηγού
έξοδε
εξορία
εξορίζου
εξουσία
τσακώνικα