PanLex

τσακώνικα Vocabulary

4596 entries from 2 sources
κρούσταλλε
κρουσταλλένιε
κρουστέ
κρουφουξεικάζω
κρύζω
κρωγκήρι
κυκνέ
κυλίγου
κύρα
κύργο
κυρούκου
κυρουκούμενε
κύρουμα
κύστε
κύφα
κυφλέ
κυφοπάννι
κυφοπαννιάζου
κυφούκου
κώακα
κωατζίου
κωθώνι
κώλε
κωνά
κώπαννε
Κωσταγκή
λαβαίνου
λαβούκου
λαδερέ
λαδία
λαδικό
λαζούρι ή αζούρι
λαθούρι
λαιμό
λάκο ή άκο
λαλού
λαλούδι
λαλουδίζου
λάμα
Λάμια
λαμπίζου
λαντζοχειρία
λαό
λαρνούχο
λάσπη
λατρέγγου
λάφου
λαφρία
λαχαίνου
λαχταρέ
τσακώνικα