PanLex

τσακώνικα Vocabulary

4596 entries from 2 sources
λιμπί
λινάρι
λιοκότσι
λιοκύρι
λιοντάρι
λιούκο
λιούκου
λιουτσαίνου
λιουτσαντρία
λιόφυο
λιχνίζου
λίχνισμα
λόγκο
λοιπόν
λουλουδάτζι
λουπάι
λούπινε
λουπινία
λυγαρία
λυγερέ -ά -έ
λυγίζου και γυλίζου
λυγρί
λύκη
λύου
λυπητερέ
λυπούμενε
λύρα
λυρούκου
λυσεντερία
λύσσα
λυσσίου
λυχκήρα
λύχνε
λυχνούτσι
λυώσμο
λωβό
μα
μάβα
μαγαζί
μαγάρι
μαγαρίζου
μαγέγγου
μαγεία
μάγερα
μαγερέγγου
μαγεριτζή
μαγιάτσικο
μάγισσα
μάγουλε
μαγούλι
τσακώνικα