PanLex

τσακώνικα Vocabulary

4596 entries from 2 sources
αναβράζου
αναβρύου
αναγανία
αναγεού
αναγία
αναγκάζου
ανάγκια
αναγνώστα
αναγουλιάζου
αναδέγγου
αναζού
ανάθεμα
αναθεμακίζου
ανακαρούκου
ανακατούκου
ανακλαϊσκούμενε
ανακλιάζου
αναλεγούμενε
αναλειούχου
αναλείχου
αναλυούκου
ανάμα
ανάμεσα
άναμμα
αναμπαίζου
ανάμπαισμα
ανανοιρίζου
ανάντζη
ανάογο
αναπάντεχο
ανάποδα
αναποφάσιστε
αναραΐδα
Αναραϊδιάρικο τόπο
ανάρκυστε
ανασαίνου
ανασασμό
ανασταίνου
Αναστασά
Ανάσταση
Αναστάσι
ανάστζεα
αναταίνου
άνατε
ανάτζη
ανατολή
ανάτσι
ανατσία
ανατσιχία
αναφορά
τσακώνικα