PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
ανάδρομος
αναδυναμώνομαι рикошет
αναδυναμώνω подкреплять
ανά δύο
ανά δύο εβδομάδες
αναδύομαι
выясня́ться
  1. подъём
  2. всплыва́ть
  3. всплыть
  4. появляться неожиданно
  5. поверхность
αναδυόμενα παράθυρα
αναδυόμενη φόρμα
αναδυόμενος
αναδυόμενο στοιχείο всплывающее окно
αναδυόμενο στοιχείο ελέγχου
ανάδυση
появление
  1. выход
αναεμβολιασμός усилитель
ανάερα
αναερόβιος
αναερόβιος οργανισμός
ανάερος
ανά έτος
Αναζήτηση поиск
αναζήτηση
поиск
  1. поиски
  2. о́быск
  3. по́иск
  4. ро́зыск
  5. охотничий
αναζήτηση αβαρής прожектор
αναζήτηση αναγκαιώ ордер на обыск
αναζήτηση ανάκτησης
αναζήτηση αντικειμένων
αναζήτηση βλαβών
Αναζήτηση γενικού τύπου поиск
Αναζήτηση για
Αναζήτηση εργασιών και προτύπων поиск задач и шаблонов
αναζήτηση ευθυνών
Αναζήτηση κατά αρχικό σύμφωνο Χανγκούλ Поиск по первой согласной хангыль
αναζήτηση λείας
αναζήτηση πελατών
αναζήτηση σε URL сопоставление URL-адресов
αναζήτηση σε φυσική γλώσσα
αναζήτηση στους καταλόγους просмотр каталога
αναζήτηση τροφής фуражировать
αναζητητής
αναζητητής μεταλλευμάτων
αναζητούμαι
αναζητω
αναζητώ
искать
  1. разыска́ть
  2. иска́ть
  3. разы́скивать
  4. разыскивать
  5. упустить
  6. открывать
  7. стремиться
  8. стараться
  9. пытаться
αναζητώ διστακτικά нащупывать
αναζητώ κάτι
αναζητώ προέλευση происходить
αναζητώ τον άνθρωπο
αναζώ
αναζωογονηση
αναζωογόνηση
подмолаживание
  1. podmolazhivaniye
αναζωογονητικός
αναζωογόνος
ελληνικά русский