PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
ανοσορυθμιστικός
άνοσος свободный от
ανοσοτροποποίηση
ανοσοτροποποιητικός
ανοσοφαρμακολογία
ανοσοφαρμακολογικός
ανοσοχημεία
ανοσταίνω
ανοστιά
ανοστίζω
άνοστος
пре́сный
  1. пло́ский
  2. безвкусный
  3. ску́чный
  4. безвку́сный
  5. неинтере́сный
  6. сентиментальный
  7. безобразный
Ανότε Τονγκ Аноте Тонг
ανοτρόνιο
Άνου Ану
Άνουβις Анубис
άνουρα
пакостник
  1. лягушка
άνουρα/άκερκα
лягушка
  1. пакостник
άνουρος бесхвостый
άνους
Ανουσέχ Ανσαρί Ануше Ансари
ανούσιο
ανούσιος
безвкусный
  1. пло́ский
  2. ску́чный
  3. неинтере́сный
  4. невкусный
  5. безвкусен
  6. неприятный
ανουσιότης
ανουσιότητα
ανοφθαλμία
ανοχή
толерантность
  1. толера́нтность
  2. толера́стия
  3. терпи́мость
  4. терпе́ние
  5. снисхожде́ние
  6. снисходи́тельность
  7. до́пуск
  8. снисходительность
  9. терпимость
  10. потворствовать
  11. потворство
  12. терпение
ανοχή διχοτόμησης
ανοχή επιπεδότητας
ανοχή ευθυγραμμότητας
ανοχή εφαρμογής
ανοχή θέσης
ανοχή καθετότητας
ανοχή κλίσης
ανοχή κυκλικότητας
ανοχή κυλινδρικότητας
ανοχή ομοαξονικότητας
ανοχή παραλληλότητας
ανοχή συμμετρίας
ανοχή σφαλμάτων отказоустойчивость
ανοχύρωτος
άνοψη
αν παρουσιαστεί ανάγκη
ανράδελφος
Ανρί Καρτιέ Μπρεσόν Анри Картье-Брессон
Ανρί Ματίς Анри Матисс
Ανρί Μπεργκσόν Анри Бергсон
Ανρί ντε Τουλούζ-Λωτρέκ Анри де Тулуз-Лотрек
Ανρί Πουανκαρέ Анри Пуанкаре
Ανρί Τρουαγιά Анри Труайя
Ανρί Φαρμάν
ελληνικά русский