PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
σύμπλοκος
σύμπνοια
συμπολεμιστής
това́рищ
  1. камара́д
  2. приятель
  3. товарищ
συμπολιτεία
συμπολίτευση
συμπολίτης
соотечественник
  1. соотчич
συμπονετικός
συμπόνια
συμπονώ жалеть
συμπορεύομαι
συμποσιάζω
συμποσιακός
συμποσιάρχης
συμποσίαση
συμπόσιο
банкет
  1. симпозиум
Συμπόσιο ποίησης Πανεπιστημίου Πατρών
συμποσούμαι
σύμπραξη
трест
  1. сотрудничество
σύμπραξη για την ειρήνη
σύμπραξη δημοσίου-ιδιωτικού τομέα
σύμπραξη κινητικότητας
συμπράττω
принимать участие
  1. сотрудничать
συμπροσευχή моле́бен
συμπρωτεύουσα
συμπτοματικός
σύμπτυξη
σύμπτυξη δεδομένων
συμπτύσσομαι
συμπτύσσω
втягивать
  1. вбира́ть
  2. отрекаться
  3. клятвенно
  4. отречься
  5. отрицать
  6. отказываться
  7. торжественно
σύμπτωμα
симптом
  1. признак
  2. при́знак
  3. симпто́м
συμπτωματα
συμπτωματικά
συμπτωματικό
συμπτωματικός
случайный
  1. одновременный
  2. синхронный
  3. совпадающий
  4. параллельный
συμπτωματικώς
σύμπτωση
случа́йность
  1. совпаде́ние
  2. случайный
σύμπτωση απόψεων
συμπύκνωμα
конденсат
  1. концентра́т
συμπύκνωμα Bose-Einstein
конденса́т Бо́зе — Эйнште́йна
  1. конденсат Бозе-Эйнштейна
συμπυκνωμένα αρχεία PostScript
συμπυκνωμένη μορφή PostScript EPS
συμπυκνωμένη τροφή
συμπυκνωμένο γάλα
сгущёнка
  1. сгущёное молоко́
συμπυκνωμένο προϊόν
συμπυκνωμένος
уплотнённый
  1. сгущённый
  2. концентри́рованный
  3. конденси́рованный
  4. концентрированный
συμπυκνώνομαι
συμπυκνώνω
сгусти́ть
  1. сгуща́ть
  2. инкапсулировать
συμπύκνωση
Сжатие
  1. инкапусляция
  2. прессовка
  3. загустение
  4. сплочение
  5. загустевание
  6. конденсация
Συμπύκνωση MIME συγκεντρωτικών εγγράφων HTML (MHTML) MHTML
συμπύκνωση δι’ εξατμίσεως
ελληνικά русский