PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
συναρμολόγηση/αποσυναρμολόγηση πακέτων пакет
συναρμολόγηση μήτρας
συναρμολόγηση πτερύγιου
συναρμολογητής фуганок
συναρμολόγητος
συναρμολογούμενη γέφυρα
συναρμολογούμενο σχέδιο
συναρμολογώ
συναρμολογώ εκ νέου
συναρμολογώ ρολόι
συναρμονισμένος
συνάρμοση
συναρμοστής
συναρπάζομαι
συναρπάζω
συναρπαστικά
συναρπαστικός
захва́тывающий
  1. волну́ющий
  2. возбужда́ющий
  3. привлекательный
συνάρτηση
функция
  1. фу́нкция
συνάρτηση κατακερματισμού хэш-функция
συνάρτηση κατωφλίου
συνάρτηση μεταφοράς
συνάρτηση συγκεντρωτικών αποτελεσμάτων статистическая функция
συνάρτηση ψευδοτυχαίων αριθμών (PRF) псевдослучайная функция
συναρτησιακός функциона́льный
συνασπίζομαι
συνασπίζομαι ομαδικά
συνασπίζω
συνασπισμένος
συνασπισμός
коали́ция
  1. коалиция
  2. объединение
  3. блок
Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
Συνασπισμός της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας
συνασφάλιση
συναυλία
концерт
  1. конце́рт
Συναυλία της Ευρώπης
συναυξάνω
συναύξηση
συναυτουργός соучастник
συνάφεια
релева́нтность
  1. актуа́льность
  2. связь
  3. уме́стность
  4. сходство
συναφής
свя́зный
  1. свойственный
  2. релевантен
συναφής έκφραση
συναφής με ένα θέμα
принадлежащий
  1. отсносящийся
συνάφι гру́ппа
συναχάκι
συνάχι
насморк
  1. на́сморк
συναχώνομαι
σύναψη си́напс
συνάω
συνβατικός
συνδαιτυμόνες
συνδαιτυμών
ελληνικά русский