συνταγή γιατρού | |
συνταγή ιατρού | |
συνταγη ιατρου | |
συνταγή μαγειρικής | |
συνταγή φαρμάκον | |
Σύνταγμα | |
σύνταγμα |
конституция
|
συνταγματάρχης |
полковник
|
συνταγματάρχης siˌdaɣmaˈtarçis | полковник |
σύνταγμα της Ελλάδας | |
συνταγματικά | конституционно |
συνταγματική διάταξη | |
συνταγματική μοναρχία | конституцио́нная мона́рхия |
συνταγματικό δίκαιο | |
Συνταγματικό δικαστήριο | Конституционный суд |
συνταγματικό δικαστήριο | |
συνταγματικός |
конституционный
|
συνταγματικότητα | |
συνταγματικώς | |
συνταγματολόγος | |
συντάγματος | |
συνταγογράφηση | |
συνταγογραφώ | |
συνταιριάζω | |
συντάκτης |
компиля́тор
|
συντάκτης ειδήσεων | |
συντάκτης κείμενου | |
συντακτική ανάλυση | |
συντακτική βουλή | |
συντακτική δομή | |
συντακτική κατηγορία | |
Συντακτική κορωνίδα | |
συντακτικό |
си́нтаксис
|
συντακτικό λάθος | |
συντακτικός | |
συντακτικώς | |
σύνταξ | |
σύνταξη |
синтаксис
|
σύνταξη αναπηρίας | |
σύνταξη αναπροσαρμογής | |
σύνταξη αρχαιότητας | |
σύνταξη γήρατος | |
σύνταξη γραμματική | |
σύνταξη γραμμής εντολών | |
σύνταξη εντολής | |
σύνταξη επιζώντων | |
σύνταξη νομοθετικών κειμένων | |
σύνταξη ορφανού | |
σύνταξης | |
σύνταξη χήρας | |
ελληνικά | русский |