PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
συντελεστής μετατροπής
συντελεστής παραγωγής
συντελεστής περιστροφής
συντελεστής ρευστότητας
συντελεστής τριβής
συντελεστής φερεγγυότητας
συντελεστικός способствующий
συντελικός
συντελούμαι
συντελώ
συντελών
συντέμνουσα
косеканс
  1. косе́канс
συντεμνούσα
συντέμνω
συντεταγμένα
συντεταγμένες
συντεταγμένη
координата
  1. координа́та
  2. абсцисса
συντεταγμένος
συντετμημένη
сокращённый
  1. укоро́ченный
συντετμημένη έκδοση
συντετριμμένος кающийся
συντετριμμένος την καρδιάν
συντεχνία
тред-юнио́н
  1. профессиона́льный сою́з
  2. профсою́з
  3. корпора́ция
  4. объединение
  5. профсоюз
  6. союз
  7. тред-юнион
συντεχνιακή οικονομία
συντεχνιακός
συντεχνίες
συντήκομαι
συντήκω
σύντηξη
συντήρηση
сохранение
  1. хранение
  2. сохранения
  3. хранения
Συντήρηση βάσει στοιχείων (CBS) компонентная модель CBS
συντήρηση/διατήρηση
сохранение
  1. хранение
  2. сохранения
  3. хранения
συντήρηση εδαφών сохранение почвы
συντήρηση έργων τέχνης
συντήρηση προγράμματος
συντήρηση τροφίμων
συντήρηση των καλλιεργειών
συντηρητής
συντηρητής γηπέδου
συντηρητικό
консерва́нт
  1. консервант
συντηρητικό κόμμα
συντηρητικό/προφυλακτικό консервант
συντηρητικός
консервати́вный
  1. консерва́тор
  2. пра́вый
  3. умеренный
συντηρητικότης
συντηρητικότητα
консервативность
  1. консерватизм
συντηρητισμός консерватизм
συντηρήτρια
συντηρούμαι
питаться
  1. зависеть
συντηρούμενο
συντηρούμενος
ελληνικά русский