PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
υποχρέωση της απόδειξης της βασιμότητας του ισχυρισμού
υποχρεωτικά
υποχρεωτική αργία
υποχρεωτική ασφάλιση
υποχρεωτική δαπάνη
υποχρεωτική εκπαίδευση
υποχρεωτική ψήφος
υποχρεωτικό βιβλίο
υποχρεωτικό προφίλ χρήστη
υποχρεωτικός
обяза́тельный
  1. непреме́нный
υποχρεωτικός έλεγχος ασφαλείας
υποχρεωτικότης
υποχρεωτικότητα
υποχρεωτικό χαρακτηριστικό обязательный атрибут
υποχρεωτικωσ δηλωνομενα νοσηματα
υποχώρηση отступление
υποχωρητήριος
υποχωρητικός
регрессивный
  1. убывающий
υποχωρητικότης
υποχωρητικότητα
υποχωρω
υποχωρώ
пода́ться
  1. сгладиться
  2. мякнуть
  3. обмякать
  4. размягчаться
  5. раздобриться
  6. размякать
  7. размякнуть
  8. размягчиться
  9. сглаживаться
  10. смягчиться
  11. смягчаться
  12. обмякнуть
υποχωρών
υπόψη
υπ’ όψη
υποψήφιος
кандида́т
  1. аспирант
  2. кандида́тка
  3. кандидат
υποψηφιότης
υποψηφιότητα
кандидату́ра
  1. кандидатура
  2. кампания
υποψία
предчувствие
  1. предвестие
υποψιάζομαι
υπο-ψύκτης
υποψύκτης
υπόψυξη
υπόψυχρος
Ύπρ
Υπρ Ипр
ύπτιο
ύπτιος лежа́щий на спине́
υπωντίζω гипнотизировать
υπώνυμο
гипоним
  1. гипо́ним
υπώρεια предгорья
υπωρειακός
υπωρόφιος
ύπωχρος
Υρκανία Гирка́ния
υσγινοβαφής
ύσκα
υσσώπος
ύσσωπος иссо́п
ύστατος
заверша́ющий
  1. коне́чный
  2. заключи́тельный
  3. после́дний
ελληνικά русский