PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
αεροδύνη
αερόδυνη ιπτάμενη μηχανή
αεροδύνο
αεροελαστική
αεροζόλ
αεροθάλαμος болтун
αεροθεραπεία
αεροθερμαντήρας
αερόθερμο
αεροθερμόμετρο
αεροθυλάκιο
αεροκαθαριστήρας
αεροκιβώτιο
αεροκινητήρας
αερολέσχη
αερόλιθος
аэролит
  1. аэроли́т
  2. метеор
αερολιμένας
аэропорт
  1. аэродром
  2. аэровокзал
  3. аэродро́м
  4. аэровокза́л
  5. аэропо́рт
αερολιμένας/αεροδρόμιο
аэродром
  1. аэропорт
  2. аэровокзал
αερολιμενικός
αερολισθαίνον όχημα
αερολογήματα
αερολογία аэрология
αερολογίες
чепуха́
  1. бессмы́слица
  2. ерунда́
  3. чушь
  4. колбасня
  5. вздор
  6. удирать
  7. обманывать
αερολόγος
αερολογώ
αερόλουτρο
αερόλυμα
аэрозоль
  1. аэрозольный баллончик
αερολύματα
дым
  1. отходящий газ
αερομαχία
αερομειωτήρας
αερομένος αέρας
αερομεταφερόμενος
αερομεταφορά
αερόμετρο
αερομηχανική
αερομηχανικός
αερομοντελισμός авиамодельный
αερομοντελιστής
αερομοντέλο
αερόμπικ аэро́бика
αεροναυπηγική
αεροναυπηγική βιομηχανία
αεροναυπηγός
αεροναυτηλία
αεροναύτης
летчик
  1. аэронавт
  2. лётчик
  3. пилот
  4. авиатор
  5. авиаспециалист
αεροναυτική
αεροναυτικός
αεροναυτιλία
αεροναυτίλος
αεροναύτιλος
ελληνικά русский